Από το 1973 που το πρώτο μυθιστόρημα του Stephen King Κάρι βρήκε εκδότη μέχρι και σήμερα, ο σημαντικότερος, ίσως, εν ζωή παραμυθάς έχει προσφέρει εκατομμύρια ώρες αναγνωστικής απόλαυσης, αγωνίας αλλά και λύτρωσης σε αναρίθμητους αναγνώστες σε όλο τον κόσμο. Λογοτεχνία του τρόμου, λογοτεχνία του φανταστικού, υπερφυσικό στοιχείο, πανδημίες, ψυχολογικά θρίλερ, προσωπικές ιστορίες, άδικες φυλακίσεις, ρομαντικές αποδράσεις σε έναν καταιγισμό ιστοριών μέσα στις οποίες κάθε αναγνώστης του Βασιλιά έχει εντοπίσει τα δικά του σημεία αναφοράς, έχει ταυτιστεί, έχει αναγνωρίσει τους φόβους και τις επιθυμίες του. Οκτώ λάτρεις και γνώστες του έργου του και πιο συγκεκριμένα οι Γιάννης Σαχανίδης, Μάρω Βασιλειάδου, Δημήτρης Μαμαλούκας, Κυριάκος Αθανασιάδης, Γιώργος Ρομπόλας, Ελεονώρα Ορφανίδου, Δημήτρης Καραθάνος και Βαγγέλης Ραπτόπουλος μοιράζονται μαζί μας τη δική τους δυνατότερη ανάμνηση, με αφορμή τα γενέθλια του συγγραφέα.
Γιάννης Σαχανίδης
editor λογοτεχνίας oneman.gr/ Somuchreading
Το 1999 είναι μια ιδιαίτερα σημαντική χρονιά για τον King: Τον Ιούνιο ένα μικρό φορτηγάκι τον χτυπά καθώς εκείνος κάνει τον περίπατό του, στον πολιτειακό δρόμο του Lovell στο Maine. Το ατύχημα, οι εγχειρήσεις, οι συνεχείς πόνοι από τα τραύματα που αυτό του άφησε και η μακρά περίοδος της αποκατάστασής του άλλαξαν για πάντα τον King και είχαν μεγάλο αντίκτυπο στα βιβλία του και την καριέρα του από κει και πέρα.
Λίγους μήνες μετά, εκδίδεται το Καρδιές στην Ατλαντίδα, ένα βιβλίο που περιέχει δυο νουβέλες και τρία διηγήματα, με τους ίδιους χαρακτήρες και την ίδια ιστορία. Εγώ συναντώ το βιβλίο αρκετά αργότερα, όταν έχουν περάσει από τα χέρια μου οι πιο διάσημες ιστορίες του συγγραφέα, όταν αποφασίζω να ξεφυλλίσω και λιγότερο γνωστά έργα του. Μέσα από τις ιστορίες του βιβλίου, που διαδραματίζονται στη δεκαετία του ‘60 και γύρω από τον πόλεμο του Βιετνάμ, ο Stephen King μιλά για τη γενιά του, τους baby boomers, και για την αποτυχία της να ανταποκριθεί στις προσδοκίες και στα ιδεώδη που η ίδια ανέδειξε.
Η συνάντηση του Μπόμπι Γκάρφιλντ με τον Τεντ Μπρότιγκαν είναι ένα από τα συγκινητικότερα πράγματα που έχει γράψει ο συγγραφέας, μια σπαρακτική, νοσταλγική στροφή μακριά από τον τρόμο (όχι όμως και από το υπερφυσικό) που με έκανε να κλάψω, μια ιστορία για τη φιλία και την απώλεια, από εκείνες που σε βρίσκουν καμιά φορά όταν το περιμένεις λιγότερο και η απόδειξη πως ο Stephen King δεν είναι απλά και μόνο ο Βασιλιάς του Τρόμου.
Μάρω Βασιλειάδου
δημοσιογράφος Καθημερινή
Οι αναγνώστες του Stephen King νομίζω ότι χωριζόμαστε σε δύο κατηγορίες: εκείνοι που αγαπούν στα βιβλία του το υπερφυσικό στοιχείο, δηλαδή τον τρόμο που «μπαίνει» στην ιστορία από την πόρτα του Φανταστικού, και αυτούς -όπως κι εγώ- που τον αγαπάμε επειδή έχει την εξαιρετική ικανότητα να διακρίνει τις αιχμηρές και γλιστερές πλευρές της καθημερινότητας, και να βρίσκει τις ρωγμές από όπου μπορεί να τρυπώσει η απειλή. Ο ίδιος είχε πει σε μια συνέντευξή του: «Οι άνθρωποι φοβόμαστε τα πάντα. Αλλά αυτό που μας τρομάζει περισσότερο είναι το χάος, η ανατροπή της κανονικότητας. Παρατηρώντας τη ζωή της μεσαίας τάξης, μπορείς να τρομοκρατήσεις κάποιον μέχρι θανάτου».
Ετσι μολονότι τον πρωτογνώρισα με την Κάρι και την Ομίχλη, μολονότι εξακολουθώ να τον απολαμβάνω σε βιβλία όπως το Αυτό ή το 22/11/63 -τα χωροχρονικά ταξίδια είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στο έργο του, εξαιρετικά ενδιαφέρον!-, δεν μπορώ να μην πω πόσο θαυμάζω την συγγραφική σύλληψη, την πλοκή, τον ρυθμό, την κλιμάκωση της δράσης και τους χαρακτήρες στα μυθιστορήματά του όπως το Misery, Τελευταία έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ, ακόμη και στην Εξύψωση, αυτά που θα τα κατατάσσαμε στην κατηγορία του ψυχολογικού φόβου. Οφείλω επίσης να πω ότι θαυμάζω την τέχνη του στην μικρή φόρμα, και πως τα διηγήματά του είναι σαν βραδυφλεγείς εκρήξεις τρόμου που υποσκάπτουν τη γαλήνη μιας ειρηνικής μέρας, και κυρίως νύχτας .
Κυριάκος Αθανασιάδης
συγγραφέας
Η δική μου πιο δυνατή ανάμνηση από τον Στίβεν Κινγκ είναι το όνομά του όταν ακόμα τον λέγαμε εδώ Στέφεν Κινγκ. Ήταν το 1981, τελείωνα το λύκειο, και είχα στη βιβλιοθήκη μου κάτι βιβλία τσέπης με μαύρο εξώφυλλο: βιβλία τρόμου, που τότε κατανάλωνα μετά μανίας μαζί με όσα γουέστερν έπεφταν στα χέρια μου. Το ένα από αυτά ήταν δίτομο, και στο εξώφυλλο και των δύο τόμων φιγουράριζε ο Κρίστοφερ Λι σαν Δράκουλας. Άλλωστε, και το βιβλίο λεγόταν «Ο Δράκουλας του Σάλεμς Λοτ». (Πιθανόν η πιο weird επιλογή για εικονογράφηση εξωφύλλου του συγγραφέα που έμελλε να γίνω Πιστός Αναγνώστης του έκτοτε). Και ο συγγραφέας του ήταν κάποιος Στέφεν Κινγκ, όπως αναγραφόταν στο εξώφυλλο. Ίσως να ήταν πολύ πρόχειρη η έκδοση. Ίσως η μετάφραση να μην ήταν ακριβώς πιστή ή ακριβώς καλή. Ίσως όλο το κόνσεπτ να ήταν «κάπως». Δεν είχε σημασία. Διάβασα και ξαναδιάβασα το βιβλίο στ’ αλήθεια τρομοκρατημένος. Μου πάγωσε το αίμα. Μπήκε μέσα μου. Και δεν έχει φύγει έκτοτε. Ακόμη και τώρα μάλιστα, που κοιτάζω στη βιβλιοθήκη μου όλα τα βιβλία του Κινγκ από τον «Κλειδάριθμο» όμορφα τακτοποιημένα το ένα δίπλα στο άλλο —κι ας έχω τα περισσότερα και από τις προηγούμενες κυκλοφορίες τους στα ελληνικά—, σε αυτές τις επιβλητικές εκδόσεις που πραγματικά τού αξίζουν, καμιά φορά διαβάζω το όνομά του στις ράχες τους και από μέσα μου λέω χαμογελώντας, «Στέφεν». Αλλά είναι ένα παγωμένο χαμόγελο, γιατί ξέρω τι κατοικεί ΜΕΣΑ στα βιβλία. Κάτι που θα σου παγώνει το αίμα, πάντα.
Γιώργος Ρομπόλας
δημοσιογράφος Esquire
Μόλις είχα κλείσει τα 18 και έκανα διακοπές στη Ζάκυνθο σε ένα μονόκλινο της κακιάς ώρας. Κάπου ανάμεσα στα video games, το heavy metal και τις πανελλήνιες είχα αρχίσει να διαβάζω λογοτεχνία. Ήδη στις κινηματογραφικές μου προτιμήσεις, ο Stephen King φιγουράριζε πολύ ψηλά λόγω της Λάμψης του Stanley Kubrick. Σαν συγγραφέας όμως όχι. Ήταν «εμπορικός», δεν ήταν «κανονική» λογοτεχνία, ήταν νουβέλες τρόμου που έβρισκες στα ράφι των βιβλιοπωλείων με την αόρατη ταμπέλα που έγραφε «παραλογοτεχνία».
Η σχεδόν φανατική μου άρνηση -ή για να την περιγράψω καλύτερα τύφλωση προερχόμενη από αναγνωστικά ταμπού που είχαν περάσει στο κεφάλι μου- να δοκιμάσω την τύχη μου με τις σελίδες του Βασιλιά κάμφθηκε όταν ξέμεινα από βιβλία. Ένας φίλος με μπλούζα Iron Maiden μου έδωσε, σχεδόν συνωμοτικά, το Secret Garden, Secret Window. Ναι, γιατί όχι; Δεν είχα να χάσω τίποτα, η άλλη λύση ήταν να κοιτάω τους τοίχους του ξενοδοχείου.
Μία «διπρόσωπη» ιστορία για μία λογοκλοπή (;) που οδηγεί τον ήρωα συγγραφέα μέχρι την τρέλα. Ένα καταιγιστικό θρίλερ, όπου το μυστήριο υποβόσκει σαν απειλή, γεμάτο ανατροπές που δεν μπορείς για κανέναν λόγο να αφήσεις από τα χέρια σου. Ή αλλιώς η πρώτη επαφή με τον Stephen King. Σήμερα, 18 χρόνια μετά, τα πράγματα για μένα είναι απλά: Ο Βασιλιάς είναι ένας από τους σημαντικότερους story tellers της εποχής μας χωρίς «αλλά», χωρίς «αν», χωρίς «μήπως», χωρίς «εισαγωγικά».
Ελενονώρα Ορφανίδου
δημοσιογράφος Αθήνα 9,84
Stephen King Το Αυτό: Ταξίδεψα πρώτη φορά στο Ντέρι του Μέιν, «εκεί όπου παρά τη βροχή, ένα μικρό αγόρι, ο Τζορτζ Ντέμπροου, κατάφερε να πείσει τους γονείς του να τον αφήσουν να βγει έξω να παίξει μ’ ένα χάρτινο καραβάκι που έφτιαξε ο αδερφός του», την δεκαετία του ’90. Ζούσα σε μια μικρή πόλη που είχε την ίδια δομή και θυμάμαι ότι κοίταζα καχύποπτα υδρορροές, υπονόμους και την μικρή παράνομη χωματερή στην άλλη πλευρά του λόφου. Και δεν ήμουν παιδί, ούτε τυπικά πίστευα στο πλάσμα με τα πορτοκαλί μαλλιά και τα ασημένια μάτια. «Επινοούμε» λέει ο Stephen King «φανταστικούς τρόμους για να μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε τους πραγματικούς». Η ιστορία εκείνων των κυνηγημένων παιδιών του Ντέρι, αυτών που χάθηκαν κι αυτών που επέστρεψαν για τους νεκρούς τους, η ιστορία του ερεβώδους περάσματος (προς τα πού;), το αίσθημα αδικίας, η απώλεια ήταν οι πρώτοι πειραματισμοί επανεξέτασης του αληθινού και άσκησης πάνω στους πραγματικούς μου φόβους. Όσον αφορά την επίγευση της ενήλικης αναγνώστριας (είχα την τύχη να ξαναδιαβάσω μεγάλη την πλήρη, δίτομη έκδοση του Κλειδάριθμου), Το Αυτό αναδύθηκε από τον υπόνομο του 1957 ολόιδιο και τρομακτικό, μαζί με όλους τους εφηβικούς μου φόβους και την εδραιωμένη από τότε βεβαιότητα ότι ο κόσμος μας είναι ατελής.
Δημήτρης Μαμαλούκας
συγγραφέας, αρθρογράφος
Δημήτρης Καραθάνος
δημοσιογράφος, Athensvoice.gr
Υπήρχε μια περίοδος γύρω στην ακμή της εφηβείας μας, της δικής σου ή της δικής μου, κατά την οποία η επίγεια απόλαυση του να ταξιδεύεις στο σύμπαν του Stephen King ήταν ό,τι κοντινότερο μπορούσες να γευτείς από τον παράδεισο. Λυσσασμένα πίτμπουλ δεν θα μπορούσαν να κάνουν τα μάτια μας να αποτραβηχτούν από τις σελίδες οποιουδήποτε μυθιστορήματός του, δεν ήταν ωστόσο μονάχα τα βιβλία που σφυρηλατούσαν την ισόβια πια σχέση μας με τον μετρ του αλλόκοτου. Ο Stephen King βρισκόταν παντού: Στο σινεμά που προτιμούσαμε και στις μουσικές που μας ξεκούφαιναν, στο Christine του Τζον Κάρπεντερ και στα τραγούδια του Buddy Holly, στη Λάμψη του Κιούμπρικ και στα μυριάδες συγκροτήματα που χρωστούν τις επιρροές τους στο έργο του.
Τώρα που ωριμάζει γράφοντας με αμείωτο πάθος, η λαχτάρα μας για περισσότερο King διατηρεί το σφρίγος της εφηβείας. O Stephen King είναι έρωτας. 47 χρόνια, 61 μυθιστορήματα και περισσότερα από 200 διηγήματα έπειτα από τη βιβλιογραφική του πρεμιέρα με το Κάρι, εξακολουθεί να συνεπαίρνει με κάθε νέα σελίδα. Μετατρέποντας τους σκοτεινότερους εφιάλτες του σε καθηλωτική πρόζα, ο βασιλιάς του τρόμου δημιούργησε έναν ολοδικό του κόσμο στελεχωμένο από νυχτερίτες, δαιμόνια, γκαργκόιλ, δρεπανοφόρους και λοιπά πλάσματα του βιότοπου της φρίκης, χαρίζοντας διαχρονική αγαλλίαση σε όσους καταβροχθίζουν ευδαιμονικά τη λογοτεχνία της αγωνίας. Παράλληλα, το σύνολο του έργου του αποτελεί μια λατρευτική αφιέρωση στην ίδια τη μεθυστική δύναμη της ανάγνωσης, στην οποία τόσα πολλά έχει ο ίδιος προσφέρει.
Δεν είναι άξιο απορίας που στα 72 του μονοπωλεί τις αναγνώσεις μας. Οι συναρπαστικές ιστορίες θα διαβάζονται πάντα και κανείς δεν ξέρει να γράφει μια συναρπαστική ιστορία καλύτερα από τον ίδιο. Χρόνια πολλά, κύριε King. We’ve come a long way.
Βαγγέλης Ραπτόπουλος
συγγραφέας
Υπάρχει ένας σύγχρονός μας συγγραφέας, και μάλιστα υπερπαραγωγικός, Αμερικανός, που η δική μας λογοτεχνική πιάτσα εξακολουθεί να τον βλέπει με μισό μάτι. Διαβάζεται πια ευρέως και στη χώρα μας, και όπως παντού στον πλανήτη έχει κι εδώ πάρα πολλούς φανατικούς θαυμαστές.
Ο δαίμονας του Μέιν με είχε κυριεύσει καιρό πριν τον διαβάσω, μέσα από τις κινηματογραφικές μεταφορές των έργων του. Ωστόσο, μανιακός αναγνώστης του Stephen King είμαι από το ’93, που έπεσε στα χέρια μου για πρώτη φορά δικό του βιβλίο: η συλλογή διηγημάτων Nυχτερινή βάρδια.
Έκτοτε, έχω διαβάσει στα ελληνικά ή και στο πρωτότυπο τα απέραντα και ακατάπαυστα εμπλουτιζόμενα άπαντά του, έχω παρακολουθήσει άπειρες ταινίες και τηλεοπτικές σειρές βασισμένες σε ιστορίες του ―συνήθως, σκουπίδια ή μετριότητες, γιατί, όπως λένε και οι συμπατριώτες του, «the words are his power»―, κι έχω περιπλανηθεί διαδικτυακά σε αμέτρητες συνεντεύξεις του ή άρθρα για τη δουλειά του.
Αν και υπάρχουν κι άλλοι συγγραφείς με τους οποίους έχω κατά καιρούς μία παρόμοια σχέση, κανείς τους δεν συγκρίνεται με τον King, και ας δυσανασχετώ συχνά με τη φτήνια του, τόσο στα θέματα όσο και στο πώς γράφει. Ο King παραμένει βασιλιάς στο είδος του. Ένα είδος πολύ ξεχωριστό και αναγνωρίσιμο, σαν να έχει δημιουργήσει δική του σχολή, όπως κάθε μεγάλος πριν από αυτόν.
Έργα κοινωνικά αιχμηρά, και μαζί αστεία και βαθιά συγκινητικά κάποτε. Με έναν αδιανόητο όγκο σύγχρονου ρεαλιστικού υλικού. Και με τέτοιες δόσεις από τη λογοτεχνία του φανταστικού, ώστε να προσφέρονται οι ιστορίες του και ως αλληγορίες.
Μου αλλάζει ή δεν μου αλλάζει τη ζωή, ένας συγγραφέας που όχι απλώς δεν μπορώ να αντισταθώ σε κάθε νέο βιβλίο του, αλλά με επηρεάζει πνευματικά και με ωθεί να μεταβάλω τη συμπεριφορά μου;
Μείνετε συντονισμένοι για περισσότερο Stephen King προσεχώς και μη διστάσετε να μας στείλετε και τη δική σας δυνατότερη ανάμνηση από το αγαπημένο σας βιβλίο του Βασιλιά!